Οι σημαντικοί πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης, ύψους 32 δισ. ευρώ περίπου, εκτιμάται ότι θα αποτελέσουν το εναρκτήριο λάκτισμα για την επανεκκίνηση της οικονομίας μας, μετά την πολυετή οικονομική κρίση και τις συνέπειες της πανδημίας.
Οι πόροι αυτοί, σε συνδυασμό με τη συγχρηματοδότηση κατά 50% των ιδιωτικών κεφαλαίων που θα καταβληθούν για την πράσινη και την ψηφιακή μετάβαση της οικονομίας, καθώς και οι πόροι του ΕΣΠΑ που θα απορροφηθούν από τις Περιφέρειες της χώρας, θα δημιουργήσουν ένα κεφάλαιο της τάξης των 60 δισ. ευρώ περίπου, ικανό για την υλοποίηση των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων που βρίσκονται επί δεκαετίες στα σχέδια, και δεν υλοποιήθηκαν ακόμη.
Το σύνολο των δανείων του Ταμείου Ανάκαμψης προς τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης ανέρχεται στα 750 δισ. ευρώ, δηλαδή, περίπου στο 6% του ΑΕΠ της ΕΕ, η δε κατανομή ευνοεί τις σχετικά αδύνατες χώρες. Έτσι, για την Ελλάδα, η αναλογία είναι περίπου τριπλάσια από τον μέσο όρο των χωρών της ΕΕ, αφού τα 32 δισ. ευρώ του Ταμείου που θα εισρεύσουν στη χώρα μας αντιστοιχούν στο 18% περίπου του ελληνικού ΑΕΠ. Επομένως, η Ελλάδα είναι η χώρα με τις περισσότερες καθαρές εισροές, ως ποσοστό του ΑΕΠ.
Όπως αναφέρθηκε και σε προηγούμενα άρθρα μου, οι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης θα υλοποιηθούν με το Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας ”Ελλάδα 2.0”, το οποίο αποτελείται από τέσσερις πυλώνες:
- Την πράσινη μετάβαση
- Την ψηφιακή μετάβαση
- Την απασχόληση, τις δεξιότητες και την κοινωνική συνοχή (υγεία, παιδεία, κοινωνική προστασία)
- Τις ιδιωτικές επενδύσεις και τον θεσμικό μετασχηματισμό της οικονομίας.
Στον πρώτο πυλώνα, οι επενδύσεις και οι μεταρρυθμίσεις περιλαμβάνουν, μεταξύ των άλλων, την ενεργειακή διασύνδεση των ελληνικών νησιών με στόχο τη μείωση του κόστους των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων, την προώθηση σε όλη τη χώρα της ηλεκτροκίνησης με σταθμούς φόρτισης για τα ηλεκτρικά οχήματα στα μέσα μαζικής συγκοινωνίας, την υπογειοποίηση του δικτύου ηλεκτρικού ρεύματος σε αστικες περιοχές που ήδη έχει ξεκινήσει, τη δημιουργία αρδευτικών και αντιπλημμυρικών έργων, καθώς και έργων στρατηγικών αστικών αναπλάσεων, το νέο Εθνικό Σχέδιο Αναδάσωσης, κ.ά.
Ο δεύτερος πυλώνας, αφορά έργα υποδομής οπτικών ινών στα δημόσια και ιδιωτικά κτήρια, την ανάπτυξη του δικτύου 5G στους αυτοκινητοδρόμους για τη σωστή διέλευση των οχημάτων και την αποφυγή μποτιλιαρισματος, τον ψηφιακό μετασχηματισμό των δημόσιων και ιδιωτικών επιχειρήσεων, το πληροφοριακό σύστημα συναλλαγών της Δημόσιας Διοίκησης και των Κέντρων Εξυπηρέτησης Πολιτών (ΚΕΠ) , την πλήρη ψηφιοποίηση του ΕΦΚΑ (πρώην ΙΚΑ), την ψηφιοποίηση της Πολεοδομίας, κ.ά.
Η επιτάχυνση της ψηφιοποίησης εντός της πενταετίας (2021-2026), θα αποτελέσει τον κορμό του σχεδίου, καθώς θα λειτουργήσει οριζόντια ως επιταχυντής για το σύνολο της οικονομίας. Επομένως, η ψηφιοποίηση του Κράτους θα οδηγήσει σε καλύτερες υπηρεσίες για τον πολίτη και τις επιχειρήσεις.
Ο τρίτος πυλώνας, περιλαμβάνει έργα που θα ενισχύσουν στη δημιουργία νέων θέσεων για την αγορα εργασίας , όπως η κατάρτιση και επανακατάρτιση εργαζομένων, οι επενδύσεις που θα ενισχύσουν την καινοτομία στα ελληνικά Πανεπιστήμια, ο ψηφιακός μετασχηματισμός της εκπαίδευσης, η ψηφιοποίηση των νοσοκομείων και των κέντρων υγείας (τηλεϊατρική), η αναβάθμιση της πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας και δημιουργίας ατομικού ηλεκτρονικού φακέλου υγείας για κάθε πολίτη, κ.ά.
Ο τέταρτος πυλώνας, περιλαμβάνει μεγάλα έργα υποδομής, είτε μέσω του ιδιωτικού τομέα, είτε μέσω συμπράξεων δημόσιου και ιδιωτικού τομέα (ΣΔΙΤ). Τέτοια έργα είναι ο εκσυγχρονισμός του δικτύου σιδηροδρόμων, τα ηλεκτρονικά διόδια, ο βόρειος οδικός άξονας της Κρήτης (ΒΟΑΚ), που θα είναι ένα από τα μεγαλύτερα μέχρι σήμερα έργα σε ολόκληρη την επικράτεια, κ,ά.
Επίσης, ο τέταρτος πυλώνας, περιλαμβάνει έργα για τον θεσμικό μετασχηματισμό του Κράτους, όπως η πλήρης ψηφιοποίηση των φορολογικών υπηρεσιών για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, η ενίσχυση, γενικά, των ηλεκτρονικών συναλλαγών του δημόσιου τομέα, όπως η επιτάχυνση στην απονομή δικαιοσύνης, κ.ά.
Οι πυλωνες αυτοί αφορούν 17,8 δισ. ευρώ σε επιδοτήσεις και 12,7 δισ. ευρώ σε δάνεια.
Τα δάνεια των επενδυτών θα εκταμιευθούν από το εγχώριο τραπεζικό χρηματοπιστωτικό σύστημα και από άλλους ευρωπαϊκούς χρηματοπιστωτικούς θεσμούς, όπως είναι η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης, κ.ά. Ένα, δε, ποσό, τουλάχιστον του 20%, θα προέλθει από ίδια κεφάλαια των επενδυτών.
Τα δάνεια αυτά που θα κατευθυνθούν στην ιδιωτική επιχειρηματικότητα, υπολογίζεται ότι θα ενεργοποιήσουν πολλαπλασιαστικά και με τη μόχλευση, μέσω των επενδύσεων,συνολικούς επενδυτικούς πόρους ύψους 58 δισ. ευρώ περίπου, δεδομένου ότι μέσα στην πενταετία (2021-2026) θα χρειαστούν δανειακά κεφάλαια της τάξης των 33 δισ. ευρώ περίπου.
Η χώρα μας χρειάζεται μία σημαντική τόνωση των επενδύσεων και κυρίως των ξένων επενδύσεων, για να καλυφθεί το μεγάλο επενδυτικό κενό, ύψους περίπου 100 δισ. ευρώ, που δημιουργήθηκε στα χρόνια της οικονομικής κρίσης. Το μεγάλο αυτό επενδυτικό κενό, οδήγησε τη χώρα μας σε παραγωγική στασιμότητα, δεδομένου ότι η εγχώρια αποταμίευση, λόγω καθίζησης, αδυνατούσε να χρηματοδοτήσει τις απαιτούμενες επενδύσεις.
Είναι ενδεικτικό ότι το 2019 οι επενδύσεις στην Ελλάδα έφτασαν στο 10% του ΑΕΠ, σε σύγκριση με το 21,5% του μέσου όρου των χωρών της Ευρωζώνης.
Εκτιμάται, σε επίπεδο οικονομικού αποτελέσματος, ότι μέχρι το έτος 2026 – οπότε λήγει η ολοκλήρωση του 5ετούς σχεδίου – , οι 175 μεγάλες επενδύσεις και μεταρρυθμίσεις που περιλαμβάνει το Σχέδιο “ Ελλάδα 2.0”, μπορούν να καλύψουν το μεγάλο επενδυτικό κενό ύψους 100 δισ. ευρώ, και να φέρουν αύξηση του ΑΕΠ κατά 7%, μειώνοντας την ανεργία και προσφέροντας 200 χιλιάδες περίπου θέσεις εργασίας.
Ως χώρα, έχουμε τεράστια συγκριτικά πλεονεκτήματα, όπως το ανθρώπινο επιστημονικό δυναμικό – με χιλιάδες μυαλά που δουλεύουν σε εταιρείες με τεχνολογίες αιχμής σε όλο τον κόσμο – ,το καλό μεσογειακό κλίμα, και τη γεωγραφική μας θέση – που βρίσκεται μεταξύ των τριών ηπείρων – , τα οποία, αν υλοποιηθούν και τα εκμεταλλευτούμε σωστά στην παρούσα φάση, θα συμβάλλουν στο μετασχηματισμό της οικονομίας, ώστε να εκσυγχρονιστεί η Ελλάδα και να γίνει ένα “κανονικό” ευρωπαϊκό κράτος, να ωριμάσει, και να καταστεί ανταγωνιστική.
Οι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης, αν χρησιμοποιηθούν αποτελεσματικά με χρηστή διαχείριση, θα επιφέρουν μεγάλη αλλαγή στο εισόδημα των εργαζομενων και στην απασχόληση, και θα βοηθήσουν τη χώρα μας να καλύψει το χαμένο έδαφος δεκαετιών.
Η Ελλάδα, έχει την μοναδική ιστορική ευκαιρία να προχωρήσει σε παραγωγική ανασυγκρότηση και σε ποιοτική αναδιάταξη του μοντέλου ανάπτυξης.
Στόχος και επιδίωξη των μέτρων, είναι η εδραίωση ενός νέου μοντέλου βιώσιμης και διατηρήσιμης ανάπτυξης, η οποία δεν θα βασίζεται αποκλειστικά στην κατανάλωση και την οικοδομική δραστηριότητα όπως στο παρελθόν, αλλά θα βασίζεται στην τεχνολογία, την παραγωγικότητα, την ανταγωνιστικότητα και την εξωστρέφεια.
Και, όπως αναφέρεται στον τίτλο, προσδοκούμε ότι το Ταμείο Ανάκαμψης θα λειτουργήσει ως “επιταχυντής” για το εναρκτήριο “λάκτισμα” της οικονομίας, με την προϋπόθεση ότι, θα αυξηθούν αναλογικά οι αμοιβές των εργαζομένων, και θα αναβαθμιστούν τα ποιοτικά χαρακτηριστικά των παρεχόμενων υπηρεσιών, προς τους πολίτες της χώρας.