Το Παγκόσμιο Χρέος και η Καθαρή Διεθνής Επενδυτική Θέση

Σύμφωνα με την Έκθεση Παγκόσμιου Χρέους του Ινστιτούτου Διεθνών Χρηματοοικονομικών (IIF) του Μαΐου 2024, το παγκόσμιο χρέος εκτινάχθηκε στα 315 τρισεκατομμύρια δολάρια ή στο 333 του παγκόσμιου ΑΕΠ.

Τα επίπεδα χρέους αυξήθηκαν κατά $55 τρισεκατομμύρια την τελευταία δεκαετία, κυρίως λόγω των αυξήσεων στην Κίνα, την Ινδία και το Μεξικό, που περιλαμβάνονται στις αναδυόμενες αγορές.

Οι ώριμες αγορές, στις οποίες περιλαμβάνονται οι ΗΠΑ και η Ιαπωνία, αντιπροσωπεύουν 209,7 τρισεκατομμύρια δολάρια, περίπου τα δύο τρίτα του παγκόσμιου συνόλου, ενώ οι αναδυόμενες αγορές κατέχουν 105,4 τρισεκατομμύρια δολάρια.

Το παγκόσμιο χρέος αναφέρεται στο συνολικό ποσό χρέους που οφείλουν οι κυβερνήσεις, τα νοικοκυριά, οι μη χρηματοοικονομικές επιχειρήσεις, και ο χρηματοπιστωτικός τομέας παγκοσμίως.

Κατά συνέπεια, το παγκόσμιο χρέος περιλαμβάνει όλες τις μορφές δανεισμού, όπως τα τραπεζικά δάνεια, τα κρατικά και ιδιωτικά ομόλογα, καθώς και υπόλοιπα χρηματοοικονομικά εργαλεία, τόσο τα εγχώρια, όσο και τα διασυνοριακά.

Η μέτρηση του παγκόσμιου χρέους είναι κρίσιμη, καθώς αντικατοπτρίζει τον συνολικό δανεισμό σε όλους τους τομείς και παρέχει πληροφορίες για τη χρηματοοικονομική σταθερότητα, την οικονομική ανάπτυξη και τις πιθανές συνέπειες.

Το παγκόσμιο χρέος διακρίνεται συνήθως σε τέσσερις βασικούς τομείς, σε:
• Κυβερνητικό χρέος: Το οποίο περιλαμβάνει τον δανεισμό από εθνικές, περιφερειακές και τοπικές κυβερνήσεις για τη χρηματοδότηση των ελλειμμάτων προϋπολογισμού, των δημόσιων υπηρεσιών, της τοπικής αυτοδιοίκησης, των οργανισμών του Δημοσίου, κ.ά.

• Χρέος νοικοκυριών: Το οποίο περιλαμβάνει τον δανεισμό από ιδιώτες για προσωπικές ανάγκες, συμπεριλαμβανομένων των στεγαστικών δανείων, των καταναλωτικών δανείων και του χρέους από πιστωτικές κάρτες.

• Χρέος μη χρηματοοικονομικών επιχειρήσεων: Το οποίο περιλαμβάνει τον δανεισμό από επιχειρήσεις για λειτουργίες, οικονομικές δραστηριότητες και επενδύσεις, εξαιρουμένων των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων.

• Χρέος χρηματοπιστωτικού τομέα: Το οποίο περιλαμβάνει τον δανεισμό από τράπεζες και άλλα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα για την υποστήριξη δανειοδοτήσεων, επενδύσεων και άλλων χρηματοοικονομικών δραστηριοτήτων.

Το συνολικό παγκόσμιο δημόσιο χρέος διαμορφώθηκε το πρώτο τρίμηνο του 2014 στα 91,4 τρισεκατ. δολάρια.
Το χρέος των νοικοκυριών, – στεγαστικά δάνεια, πιστωτικές κάρτες, φοιτητικό χρέος κ.ο.κ.- ανερχόταν στις αρχές του 2024 στα 59,1 τρισεκατ. δολάρια.
Το χρέος των επιχειρήσεων, προκειμένου να χρηματοδοτήσουν τις δραστηριότητες και την ανάπτυξή τους, διαμορφώθηκε στα 164,5 τρισεκατ. δολάρια.
Το χρέος του χρηματοπιστωτικού τομέα, αντιπροσωπεύει τα 70,4 τρισεκατ. δολάρια από το χρέος των επιχειρήσεων.

Το μέγεθος του παγκόσμιου χρέους έχει σημαντικές επιπτώσεις – θετικές και αρνητικές – για τις οικονομίες, τις χρηματοπιστωτικές αγορές και την καθημερινή ζωή των πολιτών.
Τα επίπεδα χρέους, ενώ μπορούν να τροφοδοτήσουν την οικονομική ανάπτυξη μέσω της χρηματοδότησης των επενδύσεων και της κατανάλωσης, ωστόσο, όταν το χρέος γίνεται υπερβολικό, μπορεί να υπονομεύσει τη χρηματοοικονομική σταθερότητα. Οι κυβερνήσεις, οι επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά μπορεί να δυσκολεύονται να εξυπηρετήσουν τα χρέη τους, ειδικά αν αυξηθούν τα επιτόκια, τα οποία οδηγούν σε πιθανή αθέτηση πληρωμών και σε οικονομικές κρίσεις.

Αν και πρόκειται για πολύ μεγάλα ποσά, η απάντηση στο ερώτημα αν τα χρέη αυτά θέτουν σε κίνδυνο τη σταθερότητα του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος, δεν επικεντρώνεται στο συνολικό ύψος του παγκόσμιου χρέους, αλλά στον λόγο του Χρέους προς ΑΕΠ.

Περίπου τα 2/3 του χρέους των 315 τρισεκατομμυρίων δολαρίων προέρχονται από ώριμες οικονομίες και, κυρίως, από τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ιαπωνία.
Σε εθνικό, τώρα, επίπεδο, το συνολικό εξωτερικό χρέος μιας χώρας – δημόσιο και ιδιωτικό – είναι το μέρος του χρέους εκείνου που οφείλεται σε πιστωτές εκτός της χώρας αυτής. Οι οφειλέτες είναι κυβερνήσεις κρατών, επιχειρήσεις, οργανισμοί και ιδιωτικά νοικοκυριά.

Έτσι, το συνολικό χρέος περιλαμβάνει χρήματα που οφείλονται σε ιδιωτικές εμπορικές τράπεζες, σε κυβερνήσεις άλλων κρατών, σε διεθνή χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, όπως το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, η Παγκόσμια Τράπεζα, κ.ά.

Δηλαδή, το εξωτερικό χρέος αποτυπώνει τις υποχρεώσεις μιας χώρας έναντι άλλων κρατών.
Τα φυσιολογικά επίπεδα χρέους αποτελούν σε μία χώρα ένα χρήσιμο εργαλείο για τη χρηματοδότηση των επενδύσεων, την τόνωση της οικονομικής δραστηριότητας, καθώς και την επίτευξη μακροπρόθεσμων στόχων της. Ωστόσο, τα υπερβολικά επίπεδα χρέους μπορεί να οδηγήσουν σε οικονομική αστάθεια και σε οικονομικές υφέσεις.

Εξαιτίας των δημοσιονομικών ελλειμμάτων, αλλά και του πολύ υψηλού ιδιωτικού χρέους παγκοσμίως, ολοένα και πληθαίνουν τα ερωτήματα πολιτών, σχετικά με το πώς είναι δυνατόν οι περισσότερες χώρες του πλανήτη και, μάλιστα πολλές από αυτές, οι ισχυρότερες οικονομικά, όπως π.χ. οι ΗΠΑ, η Ιαπωνία, η Γερμανία, η Γαλλία, η Κίνα και άλλες, να εμφανίζονται ελλειμματικές και να έχουν πολύ υψηλό εξωτερικό χρέος – δημόσιο και ιδιωτικό -, και σε ποιους ή σε ποιες άραγε, άλλες χώρες το οφείλουν.

Το «κλειδί» στις απαντήσεις αυτές, βρίσκεται στο στατιστικό μέγεθος «Καθαρή Διεθνής Επενδυτική Θέση», το οποίο αποτυπώνει το ύψος των διεθνών υποχρεώσεων και απαιτήσεων μιας χώρας, σε μια συγκεκριμένη χρονική περίοδο. Και, αναλόγως του πρόσημου της καθαρής διεθνούς επενδυτικής θέσης, ήτοι εάν αυτό είναι θετικό ή αρνητικό, προκύπτει το εάν μια χώρα είναι καθαρός πιστωτής ή οφειλέτης, έναντι του υπόλοιπου κόσμου.


Κατά συνέπεια, σε όλες τις χώρες του κόσμου απεικονίζεται στατιστικά, στο τέλος συνήθως του χρόνου, το Ισοζύγιο Τρεχουσών Συναλλαγών, το οποίο εμφανίζεται, σε άλλη χώρα ως πλεονασματικό, σε άλλη ως ελλειμματικό, και σε άλλη, – σπανίως βέβαια – ως ισοσκελισμένο.

Όμως, σε παγκόσμιο επίπεδο, το πραγματικό συνολικό άθροισμα των Ισοζυγίων Τρεχουσών Συναλλαγών όλων των χωρών, σε μία συγκεκριμένη χρονική περίοδο, συνήθως στο τέλος έτους, είναι ισοσκελισμένο «εκ ταυτότητας», όπως λένε οι οικονομολόγοι, και ισούται με το μηδέν. Κατά συνέπεια, είναι αδύνατο τη συγκεκριμένη αυτή χρονική περίοδο (π.χ. τέλος έτους) να εμφανίζουν όλες οι χώρες εξωτερικό χρέος.

Σύμφωνα με τον διεθνούς φήμης Γάλλο οικονομολόγο και διανοούμενο Jacques Attali, επί 10 χρόνια 1981-1991 σύμβουλο του Γάλλου Προέδρου Φρανσουά Μιτεράν, στο βιβλίο του «Παγκόσμια κατάρρευση σε 10 χρόνια;», “μία λογιστική σχέση, δηλαδή μία πραγματική σχέση, συνδέει το ισοζύγιο τρεχουσών εξωτερικών συναλλαγών με το σύνολο των εσωτερικών αναγκών χρηματοδότησης.

Το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών (με άλλα λόγια, το εξωτερικό ισοζύγιο αγαθών και υπηρεσιών) ισούται με το άθροισμα του δημοσιονομικού υπολοίπου και του υπολοίπου των προϋπολογισμών του ιδιωτικού τομέα (αποταμίευση μείον επένδυση”.

Συμπερασματικά, οι ανησυχίες για το ύψος του χρέους μιας χώρας, μιας επιχείρησης ή ενός νοικοκυριού ξεκινούν μόνο από τη στιγμή που η αντίστοιχη οικονομική μονάδα δηλώνει αδυναμία εκπλήρωσης των υποχρεώσεών της. Δηλαδή, δεν έχει σημασία πόσα χρωστά μια χώρα, ή μια οικονομική μονάδα, αρκεί να είσαι σε θέση να τα αποπληρώνει.

Ο λόγος χρέους προς ΑΕΠ είναι ακριβώς ο δείκτης της ικανότητας μιας χώρας να εξυπηρετήσει τα χρέη της, καθώς συγκρίνει το δημόσιο χρέος μιας χώρας με το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν της.
Όσο πιο μικρός είναι αυτός ο λόγος τόσο μεγαλύτερη είναι η ικανότητα της χώρας να αποπληρώνει τις υποχρεώσεις της.

Αυτό, δε, που έχει μεγάλη σημασία, είναι ο ρυθμός ανάπτυξης του ΑΕΠ να είναι πολύ μεγαλύτερος από τον ρυθμό ανάπτυξης του χρέους, έτσι ώστε ο εκάστοτε λόγος Χρέος/ΑΕΠ να βαίνει μειούμενος.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Τράπεζας της Ελλάδος, το χρέος της γενικής κυβέρνησης της χώρας μας ως ποσοστό του ΑΕΠ, βαίνει μειούμενο τα τελευταία χρόνια, και το 2024 αναμένεται να διαμορφωθεί σε 153% του ΑΕΠ από 161,9% του ΑΕΠ το 2023, και από 172,7% του ΑΕΠ το 2022.

Αφήστε ένα Σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *