Η περίοδος που διανύουμε, ως πρωτόγνωρη παγκόσμια δοκιμασία, υπό την ασφυκτική πίεση της πανδημίας με επίκεντρο τη δυσφορία των πολιτών, είναι αδύνατο να αποτυπωθεί με ρεαλιστικό τρόπο, για την βραχυχρόνια έκβαση της ελληνικής οικονομίας.
Ωστόσο, το σχέδιο ανάκαμψης που η κυβέρνηση ανακοινώνει, προσφέρει μία ελπίδα και μία υπόσχεση αισιοδοξίας, που προβλέπεται ότι θα αλλάξει την κατάσταση των πραγμάτων.
Καθοριστικό λόγο στις προσπάθειες επανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας την επόμενη ημέρα της πανδημίας, φιλοδοξεί να διαδραματίσει το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας.
Η παρατεταμένη περίοδος του Lockdown εχει δημιουργήσει νέες συνθήκες στο επιχειρηματικό και στο ευρύ κοινό, καθώς η πανδημία δημιούργησε νέες ανάγκες για τους καταναλωτές και, παράλληλα, νέες ευκαιρίες για τις επιχειρήσεις,
Η δημιουργία νέων αναγκών, αλλα και οι νέες μορφές απασχόλησης που αποδόθηκαν στο εργασιακό περιβάλλον, οδηγούν στο δρόμο που πρέπει να ακολουθήσουν οι αρμόδιοι, τόσο για την έξοδο από την κρίση της πανδημίας όσο και για τον αναμενόμενο μετασχηματισμό της ελληνικής οικονομίας.
Ο ψηφιακός μετασχηματισμός,η καινοτομία, η εξωστρέφεια και η σωστή αξιοποίηση των πόρων των 32 δισ. ευρώ του Ταμείου Ανάκαμψης, είναι οι προτεραιότητες που θα πρέπει να ακολουθήσουν οι κυβερνώντες, για την επανάκαμψη της οικονομίας μας, και την αποφυγή των αρνητικών αγκυλώσεων του παρελθόντος.
Σημαντικό ρόλο, και ως αντίδοτο στην οικονομική κρίση και στην πανδημία, θα αποτελέσουν τα κονδύλια που θα εισρεύσουν, καθώς και τα χρηματοδοτικά εργαλεία που θα χρησιμοποιηθούν και θα αξιοποιηθούν με αποτελεσματικό τρόπο.
Οι τέσσερις βασικοί πυλώνες του σχεδίου Ανάκαμψης, οι οποίοι θα δώσουν το έναυσμα της επανάκαμψης της οικονομίας είναι: η πράσινη μετάβαση, η ψηφιακή μετάβαση στο κράτος και τις επιχειρήσεις, η προώθηση της απασχόλησης, των δεξιοτήτων και της κοινωνικής συνοχής και, τέλος,οι ιδιωτικές επενδύσεις του υγιούς τομέα και ο οικονομικός θεσμικός μετασχηματισμός.
Οι επενδύσεις, δημόσιες και ιδιωτικές, θα γίνονται σε ώριμα έργα και σε επιλεγμένου χαρακτήρα μεταρρυθμίσεις, δηλαδή, θα χρησιμοποιηθούν ως ένα αποτελεσματικό εργαλείο μόχλευσης κεφαλαίων από ιδιώτες επενδυτές, επιχειρηματικούς ομίλους, τράπεζες και διεθνείς χρηματοδοτικούς οργανισμούς.
Ουσιαστικά, δηλαδή, αναφερόμαστε για τη χρηματοδότηση μόνο των έργων εκείνων που αναφέρονται στην πράσινη ανάπτυξη, την ψηφιακή μετάβαση, την εξωστρέφεια, την καινοτομία, και την μεγέθυνση των επιχειρήσεων που θα προκύψουν με συγχωνεύσεις. Εξάλλου, οι όροι της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την ένταξη των έργων του Ταμείου Ανάκαμψης είναι σαφείς και πολύ συγκεκριμένοι και, κατά συνέπεια, απαιτούν αυστηρή προσήλωση στους στόχους, δεδομένου ότι η μη τήρηση των στόχων συνεπάγεται τη μη εκταμίευση των σχετικών κονδυλίων από την ΕΕ.
Τα μέτρα του σχεδίου Ανάπτυξης της Έκθεσης Πισσαρίδη, είναι σχεδιασμένα με στόχευση στη μείωση των ανισοτήτων, μέσω της σύγκλισης της οικονομίας, και μέσω των αυστηρών οδηγιών και πρακτικών της ΕΕ και, ειδικότερα, στη μείωση των βαρών στη μισθωτή εργασία, και στην άρση των εμποδίων εισόδου των επιχειρήσεων στις αγορές.
Η οικονομική ανάπτυξη, δηλαδή, η ποσοτική και ποιοτική αύξηση της παραγωγής και των αγορών, δεν συνάδει με την αύξηση των εισοδηματικών ανισοτήτων και την ακραία άνιση συγκέντρωση πλούτου εις βάρος των πολλών. Γι’ αυτό, απαιτείται το κενό αυτό να συμψηφίζεται μέσω των επιδομάτων και των κρατικών μεταβιβάσεων.
Άλλωστε, οι μεγάλες ανισότητες και η ακραία φτώχεια, αποτελούν βασικούς παράγοντες αστάθειας στην ανάπτυξη, την πρόοδο και την κοινωνική συνοχή
Στόχος, όπως υποστηρίζουν οι αρμόδιοι, είναι να αυξηθεί το κατά κεφαλήν ΑΕΠ της Ελλάδος στο 81% του μέσου όρου των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης από το 67% που ήταν το 2019. Επί πλέον, οι κυβερνώντες στοχεύουν στη μείωση της ανεργίας στο 7% από το 17% περίπου που ήταν στο τέλος του 2020.
Στην αισιοδοξία αυτή, συμβάλλει και η έρευνα που πραγματοποιείται για 24η χρονιά με τη συμμετοχή 5000 CEO (διευθυνόντων συμβούλων μεγάλων επιχειρήσεων παγκοσμίως), οι οποίοι εκφράζουν τη βεβαιότητα, και προβλέπουν βελτίωση της οικονομικής ανάπτυξης στη χώρα μας από το 2021 και μετά.
Στο βαθμό αυτό, η κυβέρνηση προσπαθεί να εκμεταλλευτεί και το θετικό κλίμα που επικρατεί στις αγορές για την Ελλάδα, όπως απέδειξε και η πρόσφατη επιτυχημένη έκδοση του 30ετους ομολόγου, δεδομένου ότι οι αγορές τιμολογούν την πιστοληπτική ικανότητα μιας χώρας, όχι με βάση, κυρίως του χρέους της, αλλά με βάση την προοπτική της ανάπτυξης.
Ωστόσο, επειδή απαιτείται ομοφωνία από όλες τις χώρες της ΕΕ για την εκταμίευση του ποσού του Ταμείου Ανάκαμψης, προβληματισμό έχει προκαλέσει, ιδιαίτερα στη χώρα μας, η αναστολή της διαδικασίας κύρωσης της απόφασης από το Ομοσπονδιακό Συνταγματικό Δικαστήριο της Γερμανίας, σχετικά με την εκταμίευση των 750 δισ ευρώ, εκ των οποίων τα 32 δισ. ευρώ θα εισρεύσουν στην Ελλάδα. Τα ποσά αυτά προβλέπεται να τα δανειστεί η Ευρωπαϊκή Επιτροπή από τις αγορές, ώστε με αυτά να χρηματοδοτηθεί το Ταμείο Ανακαμψης. Θεωρείται, όμως, βέβαιο, ότι το θέμα αυτό θα διευθετηθεί σύντομα, χωρίς να υπάρξουν καθυστερήσεις στην εκταμίευση των πόρων.
Το μεγάλο ζητούμενο τώρα για την Ελληνική οικονομία, είναι η επιστροφή των επιχειρήσεων – μικρών και μεγάλων – στην κανονικότητα, όσο το δυνατόν ταχύτερα και με όσο το δυνατόν με μικρότερες απώλειες, δεδομένου ότι το συνολικό ιδιωτικό χρέος και συγκεκριμένα, οι ληξιπρόθεσμες οφειλές σε Εφορίες, σε Τράπεζες και στα Ασφαλιστικά Ταμεία ανέρχεται στα 234 δισ. ευρώ, δηλαδή στο 127% περίπου του ΑΕΠ.
Η δύσκολη, ωστόσο,,οικονομική περίοδος για τη χώρα μας θα είναι η δεκαετία 2030-2040, γιατί από το 2032 και μετά θα αρχίσουν να αποπληρώνονται τα δάνεια και το μεγαλύτερο μέρος των τόκων των δανείων που πήραμε από το Ευρωσύστημα. Οπότε, οι δαπάνες του προϋπολογισμού για την καταβολή των δόσεων και των τόκων θα είναι πολύ αυξημένες.
Θα πρέπει να γνωρίζουμε, ότι η “οικονομία” δεν είναι μόνο αριθμοί και μεγέθη. Είναι προπαντός κλίμα, δηλαδή ψυχολογία, η οποία προσδιορίζει τη συμπεριφορά των καταναλωτών, των αποταμιευτών και, κυρίως, των επενδυτων. Και, ακόμη, ότι για τη λύση και την εν γένει αντιμετώπιση των οικονομικών προβλημάτων, απαιτείται στενή και αρμονική συνεργασία μεταξύ των δημόσιων και ιδιωτικών φορέων, δεδομένου ότι αυτά (τα οικονομικά προβλήματα) είναι σύνθετα και αλληλένδετα και, επομένως, η επίλυση του ενός μπορεί να προκαλέσει την επιδείνωση του άλλου.
Ας ελπίζουμε, λοιπόν, – εκπέμποντας θετικά μηνύματα στους επιχειρηματίες, στους μισθωτούς και, εν γένει, στους καταναλωτές, – , στη θετική πλευρά του οικονομικού κλιματος που δεν είναι άλλη από την η αισιοδοξία, δηλαδή, ας ελπίσουμε στο όραμα της ταχείας ανάκαμψης της οικονομίας, λόγω της βελτίωσης της διεθνούς εικόνας της χώρας μας, της πολιτικής μείωσης των φόρων και, κυρίως, εξαιτίας της εισροής των 32 δισ. ευρώ του Ταμείου Ανάκαμψης και των λοιπών εισροών, συνολικού ύψους περίπου 65 δισ. ευρώ, που, εφόσον αξιοποιηθούν σωστά, θα οδηγήσουν στην Ανάπτυξη και στην αύξηση του βιοτικού επιπέδου των πολιτών.