Το μεγάλο “αγκάθι” της ελληνικής οικονομίας 

Σε μεγάλο «αγκάθι» για την ελληνική οικονομία αναδεικνύεται το τεράστιο εμπορικό έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών

 Αυτό σημαίνει ότι δεν είναι αρκετή η εσωτερική παραγωγή για να καλυφθεί η εγχώρια κατανάλωση, καθώς και η κατανάλωση των τουριστών –  που είναι τριπλάσιοι των ελληνικών νοικοκυριών – , κάνοντας εδώ λόγο για το γνωστό παραγωγικό  κενό της χώρας. 

.

Το μεγάλο πρόβλημα του παραγωγικού κενού, οφείλεται εν πολλοίς, στο υφιστάμενο επενδυτικό κενό, το οποίο, λόγω παραγωγικής ανεπάρκειας, συμβάλλει στην αύξηση των εισαγωγών, και στη μείωση της παραγωγικής ικανότητας της χώρας, κάτι το οποίο επισημαίνεται και από πλήθος αναλυτών που ασχολούνται  με την ελληνική οικονομία. Το βασικό ζητούμενο παραμένει ο τρόπος κάλυψής του, με το Ταμείο Ανάκαμψης να είναι σε θέση να λειτουργήσει ενισχυτικά προς αυτήν την κατεύθυνση.

 Η  χώρα μας απέχει πολύ από τον μέσο ευρωπαϊκό όρο, κατά περίπου 10 μονάδες, κάτι που αποτελεί ένα από τα κύρια ζητήματα που οφείλει να αντιμετωπίσει η ελληνική οικονομία.

 Καλείται, λοιπόν, η χώρα μας να καλύψει το επενδυτικό κενό που δημιουργήθηκε κατά τη διάρκεια της κρίσης χρέους, σε μια περίοδο υψηλής αβεβαιότητας.

 Ειδικότερα, ο λόγος επενδύσεων προς ΑΕΠ, ο οποίος κυμαινόταν γύρω στο 24% πριν το 2008 κοντά στον μέσο όρο της ευρωζώνης, κατέρρευσε κατά τη διάρκεια της κρίσης και διαμορφώθηκε περίπου στο 12% κατά μέσο όρο τη δεκαετία που ακολούθησε, ενώ παραμένει χαμηλότερος σε σύγκριση με την ευρωζώνη, στο 15,3% το 2024 έναντι του 21,1%, τόνισε  ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας, κατά τη διάρκεια ομιλίας του στο 2ο Συνέδριο “Invest in Greece” με θέμα «Επενδύσεις και ελληνική οικονομία».

Ωστόσο, στην έκθεση του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής, διαπιστώνεται ότι, λόγω κυρίως των κοινοτικών πόρων που έχει εξασφαλίσει η Ελλάδα  από το Ταμείο ανάκαμψης και το ΕΣΠΑ για την περίοδο 2021 -2027, το επενδυτικό κενό μπορεί να μειωθεί κατά 74% ως το τέλος του 2026. Συνεπώς, ένα σημαντικό ερώτημα που θα πρέπει να απαντηθεί είναι το τι θα συμβεί μετά το τέλος της διάρκειας του Ταμείου Ανάκαμψης.

Παρόμοιες είναι και οι προβλέψεις του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) στην Οικονομική Επισκόπηση για το 2024 (Δεκέμβριος 2024), με τον Οργανισμό να προβλέπει για την Ελλάδα ρυθμό μεγέθυνσης των συνολικών επενδύσεων κατά 7,5% το 2024,  8,8% για το 2025, και 9,5% το 2026, προβλέψεις αρκετά υψηλότερες από τις αντίστοιχες της Ευρωζώνης.

Σύμφωνα με την έρευνα του ΟΟΣΑ, μια χώρα με χαμηλή παραγωγικότητα, με κυριαρχία πολλών και μικρών επιχειρήσεων, με έλλειψη επενδύσεων σε υψηλή τεχνολογία, με χαμηλή συμμετοχή στην αγορά εργασίας, με αναποτελεσματική δημόσια διοίκηση, και με ένα φορολογικό σύστημα που χρειάζεται απλοποίηση, είναι η άλλη όψη της Ελλάδας.

Επί της ουσίας, η παραγωγικότητα στη χώρα μας παραμένει χαμηλή, παρά την πρόοδο που επιτεύχθηκε, σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ. Η αύξηση της παραγωγικότητας και η αύξηση της απασχόλησης εξαρτώνται από την ενίσχυση των επενδύσεων και την απόκτηση δεξιοτήτων από τους εργαζομένους. Οι πολύ μικρές επιχειρήσεις στη χώρα μας απασχολούν το 47% των εργαζομένων και οι χαμηλές επενδύσεις τους, καθώς και οι περιορισμένες διοικητικές τους ικανότητες, καθυστερούν την αύξηση της παραγωγικότητας.

Κατά συνέπεια, το μεγάλο «αγκάθι» παραμένει για την Ελλάδα το τεράστιο εμπορικό έλλειμμα, αποτυπώνοντας τα προβλήματα ανταγωνιστικότητας και παραγωγικότητας που επικρατούν στην ελληνική οικονομία.

 Τα όσα ανακοίνωσε προ ημερών η Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ)  δημιουργούν έντονο προβληματισμό.

 Ειδικότερα, η Ελληνική Στατιστική Αρχή ανακοίνωσε την αύξηση του εμπορικού ελλείμματος κατά 10% στα επίπεδα των 31,5 δισ. ευρώ στο ενδεκάμηνο  Ιανουαρίου – Νοεμβρίου 2024. Η συνολική αξία των εξαγωγών κατά το χρονικό διάστημα Ιανουαρίου-Νοεμβρίου 2024 ανήλθε στο ποσό των 45.869 δισ. ευρώ έναντι 47.278 δισ. ευρώ κατά το ίδιο διάστημα του έτους 2023, παρουσιάζοντας μείωση, σε ευρώ 3%.

Στον αντίποδα, η συνολική αξία των εισαγωγών, κατά το χρονικό διάστημα Ιανουαρίου-Νοεμβρίου 202 ανήλθε στο ποσό των 77,379 δισ. ευρώ, έναντι 75.948 δισ. ευρώ κατά το ίδιο διάστημα του έτους 2023, παρουσιάζοντας αύξηση, σε ευρώ, 1,9%. 

Τελικά, το “κλειδί” για τη βελτίωση του εμπορικού ελλείμματος και, κατά συνέπεια, του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών στη χώρα μας, αποτελούν η ανταγωνιστικότητα και  παραγωγικότητα.

Γιατί,  η  μειωμένη  ανταγωνιστικότητα και παραγωγικότητα της οικονομίας μας, είναι αυτή που μας οδηγεί στη μείωση της παραγωγής, στη διόγκωση των εισαγωγών, στην επιδείνωση του εμπορικού ελλείμματος και, εν τέλει, στην αποδυνάμωση της θέσης της χώρας μας στις διεθνείς αγορές.

Δικαίως, λοιπόν, λέγεται ότι το εμπορικό έλλειμμα και, κατ’ επέκταση, το Ισοζύγιο Τρεχουσών Συναλλαγών, μαζί με τη φοροδιαφυγή, αποτελούν την “Αχίλλειο πτέρνα” της ελληνικής οικονομίας.

Αφήστε ένα Σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *