Φοροδιαφυγή στην Ελλάδα

Φοροδιαφυγή, η “Αχίλλειος Πτέρνα” του φορολογικού μας συστήματος

Με αφορμή την Ημερίδα που πραγματοποιήθηκε την Πέμπτη 21/11/2013 στην αίθουσα “Καλλιπάτειρα” των Εκπαιδευτηρίων “ΡΟΔΙΩΝ ΠΑΙΔΕΙΑ”, με το πολύ επίκαιρο αλλά και πρωτότυπο – που αποτελεί μια αξιόλογη προσπάθεια – για τους μαθητές της Β/θμιας Εκπαίδευσης με θέμα “Εκπαίδευση και φορολογική συνείδηση”, το οποίο παρακολούθησαν οι μαθητές και μαθήτριες του Γυμνασίου και Λυκείου και το οποίο διοργανώθηκε σε συνεργασία με το Σύλλογο Εφοριακών ν. Δωδ/σου, με την ένθερμη πρωτοβουλία του Προέδρου του κ. Θεοδόση Στεφανάκη και με εισηγητές τους κ. Τσαμπανάκη Βασίλειο, δ/ντή της ΔΟΥ Ρόδου και του κ. Γιαννεσκή Ευστάθιο, υπάλληλο της ΔΟΥ, ακολουθεί το παρακάτω άρθρο μου.

Με τον όρο Φοροδιαφυγή, εννοούμε την παράνομη αποφυγή του φορολογικού βάρους, η οποία πραγματοποιείται σε όλους τους φόρους, τόσο στους άμεσους όσο και στους έμμεσους, με διαφορετικό τρόπο και σε διαφορετική έκταση, ανάλογα με τη φύση και το μέγεθος του φόρου.

Έτσι, στους άμεσους π.χ. φόρους, η φοροδιαφυγή επιτυγχάνεται κατά την υποβολή των φορολογικών δηλώσεων, όπου οι φορολογούμενοι παρουσιάζουν εισοδήματα μικρότερα των πραγματικών το ίδιο συμβαίνει και στην ακίνητη περιουσία, όπου οι φορολογούμενοι αναγράφουν στη δήλωση του εντύπου Ε9 περιουσιακή αξία μικρότερη της πραγματικής.

Παράγοντες που προσδιορίζουν την τάση για φοροδιαφυγή

Η προσπάθεια που γίνεται από τους φορολογούμενους για φοροδιαφυγή είναι καθολικά φαινόμενο, το οποίο παρατηρείται σε όλες τις χώρες του κόσμου, σε άλλες λιγότερο και σε άλλες περισσότερο, γιατί ο φόρος γενικά, θεωρείται από πολλούς ότι αποτελεί ξένο σώμα, το οποίοι οι ενδιαφερόμενοι προσπαθούν, με διάφορους τρόπους, να αποβάλουν.

Η τάση για φοροδιαφυγή προσδιορίζεται συνήθως:

α) Από το μέσο επίπεδο πολιτικής αγωγής και μορφώσεως του πληθυσμού κάθε χώρας.

Εδώ, παρατηρείται ότι, όσο χαμηλότερο είναι το επίπεδο αυτό, τόσο λιγότερο κατανοείται από τους πολίτες η αναγκαιότητα και η σπουδαιότητα του φόρου, προς όφελος του κοινωνικού συνόλου της χώρας.

β) Από τον βαθμό της φορολογικής επιβάρυνσης του πολίτη.

Εδώ παρατηρείται ότι η αύξηση της φορολογικής επιβάρυνσης επιτείνει την τάση για φοροδιαφυγή, γιατί, “όσο ανέρχεται το επίπεδο της φορολογικής επιβάρυνσης τόσο κατέρχεται το επίπεδο της φορολογικής ηθικής”.

‘Αλλωστε, για πολλούς φορολογούμενους, η φοροδιαφυγή αποτελεί την ασφαλιστική δικλείδα, η οποία τίθεται αμέσως σε λειτουργία όταν η πίεση του φόρου είναι υπερβολική.

γ) Από τον τρόπο, με τον οποίο δαπανούνται από το κράτος τα φορολογικά έσοδα.

Έτσι, όταν σε μια χώρα οι πολίτες διαπιστώνουν ότι γίνονται μεγάλες σπατάλες στη Δημόσια Διοίκηση, ή ότι ενεργούνται δημόσιες δαπάνες μειωμένου κοινωνικού οφέλους, π.χ. ότι εκτελούνται έργα άχρηστα, ενώ οι πόροι αυτοί θα μπορούσαν να διατεθούν για την κατασκευή άλλων κοινωφελών έργων μεγαλύτερης χρησιμότητας, τότε (οι πολίτες) θεωρούν ότι διευκολύνουν τους επιτήδειους στη διενέργεια σπαταλών και διασπάθισης δημοσίου χρήματος. Και κατά κάποιο τρόπο γίνονται και αυτοί συνεργοί στις κρατικές αυτές σπατάλες. Ωστόσο, δεν είναι λίγοι εκείνοι που πιστεύουν πως σε ένα διεφθαρμένο κράτος η φοροδιαφυγή αποτελεί μια λογική αντίδραση.

δ) Το μέγεθος της τάσης των φορολογουμένων για φοροδιαφυγή, εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την ικανότητα των φορολογικών αρχών, καθώς και από τα μέσα και τους μηχανισμούς που οι φορολογικές αρχές διαθέτουν.

Συνέπειες της Φοροδιαφυγής

‘Οπως προαναφέραμε, ο φόρος θεωρείται από πολλούς ότι αποτελεί ξένο σώμα στον φορολογούμενο, ο οποίος προσπαθεί να τον αποβάλει, μέσω της φοροδιαφυγής.

Επομένως, η φοροδιαφυγή έχει πολλές και ποικίλες ανεπιθύμητες συνέπειες, οι κυριότερες των οποίων είναι:

α) Η άδικη κατανομή των φορολογικών βαρών.

Η αδικία αυτή δημιουργείται με τη διαφοροποίηση της φορολογικής επιβάρυνσης φορολογουμένων που έχουν την ίδια φορολογική ικανότητα.

Ετσι, π.χ. ένας μισθωτός ή συνταξιούχος που έχει το ίδιο εισόδημα με έναν μικρό επιχειρηματία, φορολογείται για ολόκληρο το εισόδημα του, σε αντίθεση με τον επιχειρηματία ή οποιοδήποτε άλλον ελεύθερο επαγγελματία του ιδίου εισοδήματος, οι οποίοι μπορούν να αποκρύψουν ένα σημαντικό μέρος του εισοδήματος τους.

β) Η δημιουργία ανισότητας στους όρους ανταγωνισμούς μεταξύ των διαφόρων επιχειρήσεων.

Εδώ έχουμε πειρπτώσεις νόθευσης του υγιούς ανταγωνισμού.

Ετσι, π.χ. όταν μία επιχείρηση κάνει φοροδιαφυγή και στο φόρο εισοδήματος και στους έμμεσους φόρους, τότε εμφανίζει, λογιστικά, μικρότερο οριακό κόστος σε κάθε επίπεδο παραγωγής και συγχρόνως, μεγαλύτερη οριακή πρόοδο. Κατά συνέπεια, η επιχείρηση αυτή επιτυγχάνει ισότητα οριακού κόστους και οριακής προσόδου σε υψηλότερο επίπεδο παραγωγής και ακαθάριστων εσόδων.

Αντίθετα, μια άλλη ανταγωνίστρια, περίπου ίδιου μεγέθους, επιχείρηση που δεν κάνει φοροδιαφυγή, επιτυγχάνει την ισότητα οριακού κόστους και οριακής προσόδου σε χαμηλότερο επίπεδο παραγωγής και εσόδων. Συμπερασματικά, η επιχείρηση που φοροδιαφεύγει γίνεται περισσότερο ανταγωνιστική, αποκτά δηλαδή συγκριτικό πλεονέκτημα και έτσι, πουλά τα προϊόντα της σε χαμηλότερη τιμή, σε αντίθεση με την επιχείρηση εκείνη που δεν φοροδιαφεύγει.

Κατά συνέπεια, η επιχείρηση που φοροδιαφεύγει αποκτά μεγαλύτερο μερίδιο αγοράς.

γ) Το κράτος, για να αναπληρώσει την απώλεια των φορολογικών εσόδων, προβαίνει στην ύψωση των φορολογικών συντελεστών.

Με το μέτρο αυτό επέρχεται σε όλες τις κατηγορίες των φορολογουμένων δυσβάσταχτη φορολογική επιβάρυνση, η οποία και τους εξωθεί σε μεγαλύτερη φοροδιαφυγή.

Επομένως, εδώ, το ίδιο το κράτος αποβαίνει σε βάρος της οικονομικής λειτουργίας του φόρου. Και, σύμφωνα με το ρηθέν, “ο φόρος σκοτώνει τον φόρο”. Δηλαδή, ο υπερβολικός φόρος, δημιουργεί τα αντίθετα από τα αναμενόμενα αποτελέσματα, για τα έσοδα του κράτους.

δ) Το κράτος αναγκάζεται να επιβάλλει πρόσθετα φορολογικά βάρη στους συνεπείς φορολογούμενους, για να αναπληρώσει την απώλεια των φορολογικών του εσόδων.

Η επιβολή από την πολιτεία πρόσθετων φορολογικών βαρών στους συνεπείς φορολογούμενους, παραβιάζει την εκ του νόμου “αρχή της ισότητας των φορολογικών βαρών”, με αποτέλεσμα να δημιουργεί στους πολίτες εισοδηματικές ανισότητες. Η αρχή της φοροδοτικής ικανότητας πηγάζει από το άρθρο 4 παρ. 5 του Συντάγματος, σύμφωνα με την οποία κάθε πολίτης πρέπει να συνεισφέρει στα δημόσια βάρη, ανάλογα με τις οικονομικές του δυνατότητες.

ε) Η πολιτεία αναγκάζεται να προσφύγει, σε μεγαλύτερη έκταση, στους έμμεσους φόρους.

Οπως είναι γνωστό, οι έμμεσοι φόροι επιβάλλονται στα καταναλωτικά προϊόντα, αυξάνοντας περαιτέρω τις τιμές τους, με αποτέλεσμα να συμβάλλουν στον υποβιβασμό του βιοτικού επιπέδου των κατώτερων εισοδηματικών στρωμάτων του πληθυσμού, σε αντίθεση με τους άμεσους φόρους, οι οποίοι, κατά κανόνα, επιβαρύνουν τα μεσαία και  μεγάλα εισοδήματα.

Επομένως, στις χώρες, όπως και στη δική μας, όπου το φορολογικό σύστημα κυριαρχείται από τους έμμεσους φόρους, αυξάνονται οι εισοδηματικές ανισότητες και μειώνεται το πραγματικό εισόδημα των χαμηλών στρωμάτων του πληθυσμού. Σε αντίθεση με τις αναπτυγμένες-προηγμένες χώρες, όπου το φορολογικό σύστημα κυριαρχείται από την άμεση φορολογία, που θεωρητικά αλλά και πρακτικά κρίνεται πιο δίκαιο.

Γι’ αυτό, από κορυφαίους οικονομολόγους υποστηρίζεται ότι με την έμμεση φορολογία οι φτωχοί χρηματοδοτούν τους πλούσιους.

στ) Η μεγαλύτερη, ίσως, συνέπεια της φοροδιαφυγής είναι αυτή που οδηγεί στη μείωση των εσόδων του Κρατικού Προϋπολογισμού, στην αύξηση δηλαδή του δημοσιονομικού ελλείμματος, και κατ’ επέκταση στην αύξηση του Δημοσίου Χρέους, με τα γνωστά σε όλους μας ανεπιθύμητα οδυνηρά αποτελέσματα, τα οποία βιώνουμε, ως λαός, τα τελευταία χρόνια.

Θα πρέπει, επιτέλους, να κατανοήσουμε όλοι μας, ότι η φοροδιαφυγή – η οποία αποτελεί το “εθνικό σπορ των Ελλήνων και ειδικότερα την “Αχίλλειο Πτέρνα”, δηλαδή το αδύνατο σημείο του φορολογικού μας συστήματος – είναι μεταδοτική “ασθένεια” και επομένως, όταν οι ευσυνείδητοι φορολογούμενοι βλέπουν τους άλλους να φοροδιαφεύγουν, τότε εξεγείρεται η φορολογική τους συνείδηση και παράλληλα, υπονομεύεται το επίπεδο της φορολογικής τους ηθικής.

Αφήστε ένα Σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *